«Αν ένας άνθρωπος υπήρξε το αδιαμφισβήτητα αγαπημένο παιδί της μητέρας του, διατηρεί σε όλη του τη ζωή το αίσθημα θριάμβου, την πίστη στην επιτυχία, που συχνά οδηγεί πραγματικά σ’ αυτήν». Οι γονείς δε χρειάζεται να έχουν διαβάσει αυτή τη φράση του Φρόιντ για να γνωρίζουν ότι η αγάπη προς τα παιδιά τους είναι το μόνο εχέγγυο για μια ισορροπημένη ζωή. Ούτε την παρακάτω του Αϊνστάιν: «Καλύτερος σύμβουλος και από την ευθύνη είναι η αγάπη». Η αγάπη όμως είναι, καθώς φαίνεται, σαν το φάρμακο. Αν χορηγηθεί απερίσκεπτα, μπορεί να προκαλέσει επιπλοκές. Για παράδειγμα, να μεταμορφώσει το αγγελούδι μας σε διαβολάκι και την οικογενειακή ζωή σε ολίγην από κόλαση.
«Μα είναι ποτέ δυνατόν η αγάπη στη σχέση του γονιού με το παιδί να κάνει κακό;» θα αναρωτηθείτε. Ένα μέρος της απάντησης κρύβεται πίσω από ένα άλλο ερώτημα: Ποιος επιδιώκει να αγαπηθεί, από ποιον και με τι κίνητρο;
«Οι γονείς πέφτουν στην παγίδα να γοητεύσουν τα παιδιά τους, παρά να τα διαπαιδαγωγήσουν ως οφείλουν», διαπιστώνει ο διάσημος για τα άρθρα και τα βιβλία του Γάλλος παιδίατρος Άλντο Ναουρί. Μας περιγράφεται εδώ μια όχι ασυνήθιστη συμπεριφορά: οι γονείς πασχίζουν να αγαπηθούν από τα παιδιά τους. Η προσπάθεια αυτή οφείλεται στην ανάγκη να καλύψουν δικά τους συναισθηματικά ελλείμματα και ανασφάλειες και ο πιο εύκολος δρόμος γι’ αυτό είναι η εξαγορά: «Σου δίνω ό,τι ζητήσεις, αρκεί να μου το ανταποδώσεις με την αγάπη και την αφοσίωση που έλειψε από τη δική μου ζωή».
Χατίρια που δε χαλιούνται, αμέτρητα διάσπαρτα παιχνίδια παντού, κανόνες που παραβιάζονται και αντικαθίστανται με άλλους, ελαστικότερους, που επίσης παραβιάζονται. Όσο χώρο τούς αφήνεις τείνουν να τον καταλάβουν, να σε στριμώξουν —και λίγο παραπάνω. Όσο οι γονείς υπηρετούν και ενδίδουν τόσο για τα παιδιά αποτελεί πρόκληση να επιβάλλουν τη θέλησή τους. Να γίνουν αφεντικά. Τα παιδιά στην ηλικία των πέντε ετών έχουν, κατά τους ειδικούς, ολοκληρώσει την προσωπικότητά τους, που σημαίνει ότι έχουν σαφή εικόνα για το τι «τους περνάει». Και αφού τους περνάει, το τραβάνε προς όποια κατεύθυνση τους αρέσει.
Συχνά πολλοί γονείς, που λατρεύουν τα παιδιά τους, παραπονιούνται για το γεγονός ότι αυτά συνεχώς ζητούν —όχι μόνο αντικείμενα ή συναισθήματα, αλλά τα πάντα. Και τον ελάχιστο προσωπικό χρόνο και τον ύπνο των γονιών τους. «Τα παιδιά είναι βαμπίρ», μου λέει η μαμά του 9χρονου Γιώργου. «Σου ρουφάνε όλη σου την ενέργεια, ό,τι έχεις». Ιδανικά, ωστόσο, θα έπρεπε να αντιλαμβάνονται ότι η μαμά και ο μπαμπάς χρειάζονται κι εκείνοι τον προσωπικό χώρο και χρόνο τους. Ότι δικαιούνται και οφείλουν να έχουν φιλοδοξίες, ασχολίες, καριέρα ή απλώς τη δυνατότητα ενός ήρεμου απογεύματος. «Δε μ’ αφήνουν στιγμή σε ησυχία», μας λέει η Μαρία, μητέρα δύο παιδιών στις πρώτες τάξεις του δημοτικού. «Μόλις με δούνε να καθίσω ή να μιλήσω στο τηλέφωνο, απαιτούν αμέσως την προσοχή μου, επινοώντας ανάγκες του τύπου “μαμά, πεινάω” ή “πονάει το φρύδι μου”. Αν αυτά δεν πιάσουν, αρχίζουν να σκοτώνονται μεταξύ τους, οπότε το απόγευμα έχει καταστραφεί —μαζί με το νευρικό μου σύστημα».
Ο μικρός Αλέξης, πάλι, έχει βρει τον τρόπο να βγάλει ξινή στη μαμά του τη στοιχειώδη ανάγκη της να διακριθεί στο επάγγελμά της. Η Ελένη, διαφημίστρια σε μεγάλη εταιρεία, σπάνια θα χαρεί ένα καλό συμβόλαιο, αφού θα αντιμετωπίσει γυρίζοντας στο σπίτι την άρνηση του γιου της να διαβάσει και να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του: «Ας γύριζες νωρίς όπως οι άλλες μανάδες κι εγώ θα διάβαζα». Σιγά που θα διάβαζε... Την Ελένη, όμως, την κάνει κουρέλι.
Άλλη χαρακτηριστική περίπτωση του «κάνω ό,τι μου καπνίσει» μας περιγράφει η Αγγελική, φιλόλογος, που πάντα της άρεσε να διαβάζει —όχι μόνο για να διδάξει, αλλά και για την προσωπική της ευχαρίστηση. Τώρα το μυαλό της έχει γίνει «κιμάς», αφού τα αγγελούδια της δεν επιτρέπουν να παίζει σε καμία συσκευή τηλεόρασης τίποτε άλλο από Στρουμφάκια και Μικρή Φραουλίτσα, ενώ από το CD ακούγονται διαρκώς Ζουζούνια και το «Παπαγάλε, θες σουβλάκι;».
Ένα πολύτιμο δώρο
Ιδανικά, σε όλες τις παραπάνω μικρές καθημερινές στιγμές θα έπρεπε να ισχύει κάτι που λέγεται αμοιβαίος σεβασμός. Αν αυτό δεν το μάθουν τα πιτσιρίκια μας στην παιδική τους ηλικία, θα δυσκολευτούν να σεβαστούν στη ζωή τους οποιονδήποτε. Πάντα θα διεκδικούν να είναι το κέντρο του ενδιαφέροντος. Να κερδίζουν, να επιτυγχάνουν, να διακρίνονται. Να γνωρίζουν μόνο την κατάφαση. Μόνο το «ναι». Εφικτό στο στενό οικογενειακό περιβάλλον, αλλά στον έξω κόσμο τα περιμένουν εκπλήξεις. Εμπόδια, δηλαδή, ανάμεσα σε αυτά και τις επιθυμίες τους και πολλές απορρίψεις.
«Τα παιδιά τότε γίνονται ανικανοποίητοι ενήλικοι;» ρωτάμε τον ψυχίατρο-παιδοψυχολόγο, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρόεδρο της Ε.Ψ.Ψ.Ε.Π. (Εταιρεία Ψυχολογικής Ψυχιατρικής Ενηλίκου & Παιδιού), κ. Γιάννη Κούρο. «Δημιουργούν μεγάλους στόχους και μεγάλα όνειρα, που, εξ ορισμού, το πιθανότερο είναι να μείνουν απραγματοποίητα», μας απαντά και προσθέτει: «Το παιδί διψάει συνεχώς για καινούργιες επιτυχίες, κάθε είδους απόκτηση υλικών αγαθών, επαγγελματικών επιτευγμάτων. Θεωρεί δεδομένο ότι όλα τού οφείλονται. Το να του προσφέρεις όμως το “όχι” από μικρή ηλικία είναι ένα πολύτιμο δώρο. Με το να του βάλεις όρια, του δίνεις στην ουσία ένα σοβαρό μάθημα επιβίωσης και κοινωνικής ένταξης, που θα είναι πολύ χρήσιμο στη μετέπειτα ζωή του».
Είναι ξεκάθαρο λοιπόν: τα παιδιά δυνάστες ή τύραννοι ή κακομαθημένα (ή όπως αλλιώς θέλει να τα πει κανείς) είναι δικό μας δημιούργημα. Κι αν ένα κίνητρο μπορεί να είναι η δική μας ανάγκη να αγαπηθούμε, ένα άλλο είναι να τους τα παράσχουμε όλα για να τα προστατέψουμε. Η ελληνική οικογένεια, κατά την ψυχολόγο Νένα Γεωργιάδου, είναι υπερπροστατευτική στην κυρίαρχη τάση της. «Δε θέλω», σκέφτεται ο γονιός, «το παιδάκι μου να λυπάται, να λαχταράει κάτι και να μην το έχει». Το παιδάκι, βέβαια, έχει διαπιστώσει την αδυναμία που μόλις περιγράψαμε. Πιέζει με τους γνωστούς αγαπημένους τρόπους: πέφτει κάτω, ουρλιάζει, χτυπιέται και, φυσικά, ικανοποιεί τις ανάγκες του. Η παραπάνω μάλιστα είναι μια ασφαλής διαδρομή για να οδηγηθεί ένα παιδί στην πρώτη του μικροκλοπή. Αφού τα έχω όλα, σου λέει, γιατί να μην έχω κι αυτό του διπλανού μου; Το θέλω, θα το αποκτήσω.
Γονεϊκά απωθημένα
Σε κάθε περίπτωση, πίσω από τον υπερπροστατευτισμό, επισημαίνει ο κ. Κούρος, κρύβονται τα απωθημένα μας. Μας έλειψαν κάποια πράγματα, δε μας καταλάβανε, βρήκαμε εμπόδια; Προσπαθούμε να προστατέψουμε τα παιδιά μας να μην πάθουν τα ίδια. Να μη ματαιωθούν. Τα τοποθετούμε, λοιπόν, στο κέντρο του σύμπαντος, αλλά περιμένουμε κι ένα αντάλλαγμα. Να πραγματοποιήσουν όσα εμείς εμποδιστήκαμε να πραγματοποιήσουμε. «Εσύ θα είσαι δικό μου», σκέφτεται ο γονιός, «δεμένο επάνω μου και όταν έρθει η ώρα θα μου δώσεις τα χρωστούμενα, αφού θα γίνεις αυτό που επιθυμώ. Και θα γίνεις αυτό που επιθυμώ, διότι, παρέχοντάς σου τα πάντα, θα σε κάνω να μην μπορείς να σταθείς στα δικά σου πόδια και θα σε γεμίσω με ενοχές. Η μαμά που έκανε τόσα για σένα, που θυσιάστηκε... Δε θα της κάνεις το χατιράκι να γίνεις μεγαλογιατρός αντί για μουσικός που ονειρεύεσαι;»
Αν μπορούσαν τα παιδιά να αντιληφθούν το δόκανο σε μικρή ηλικία, σίγουρα δε θα ήθελαν να είναι το κέντρο του κόσμου μας, όσες υπηρεσίες και αν τους προσφέραμε. Ούτε μια άκρη, για την ακρίβεια, δε θα ήθελαν να καταλάβουν. Δυστυχώς καταλαβαίνουν πολύ αργότερα ότι από προέκταση της ζωής μας έχουν γίνει ολόκληρη η ζωή μας. Τι να σου κάνουν μετά κι αυτά; Να μη σε στριμώξουν; Δικαίως φωνάζουν και σκούζουν, αλλά φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Και μην ξεχνάμε τις ενοχές μας. Γονείς που δεν έχουν χρόνο για τα πιτσιρίκια τούς δημιουργούν μέσω της υπερπαροχής και της συγχώρεσης την ψευδαίσθηση ότι είναι οι κυρίαρχοι του περιβάλλοντός τους. Γίνονται αγενή, ανεύθυνα, επιθετικά ή μαζεμένα στο καβούκι τους ή δύστροπα, γιατί η επαφή με τον γονιό δεν αντικαθίσταται από μπιχλιμπίδια. Εντέλει, σου πίνουν το αίμα, αλλά... πήγαινες γυρεύοντας.
Τέλος, επειδή το ταγκό είναι ένας χορός που χρειάζεται δύο, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι όταν οι γονείς παραχωρήσουν τα σκήπτρα, βρίσκονται οι ίδιοι πλέον με την πλάτη στον τοίχο. Με το να κάνουν το παιδί απαιτητικό, δημιουργούν ένα συνεχές πρόβλημα στο οποίο δε διακρίνεται η άρνηση λόγω διάθεσης από την άρνηση λόγω πραγματικής αδυναμίας. Όσο κι αν ακούγεται μελό, αρκετοί γονείς πραγματικά υποφέρουν από παιδιά δυνάστες που οι ίδιοι δημιούργησαν. Παράλληλα, όμως, λειτουργούν και ως πρότυπο για τα παιδιά. Πόσο καλό πρότυπο μπορεί να είναι ο γονιός που εξαιτίας σου υποφέρει και ταλαιπωρείται; Παιδιά αφέντες και γονείς δούλοι είναι αδύνατον να φτάσουν στην ολοκλήρωση και την ευτυχία. Σχεδόν σίγουρο όμως είναι ότι θα φτάσουν στον καναπέ του ψυχαναλυτή για να ξεμπλέξουν το κουβάρι. Αν έφταναν, για παράδειγμα, στη διάσημη ψυχαναλύτρια Κλοντ Αλμός, θα τους έλεγε: «Ένα παιδί τύραννος είναι δυστυχισμένο. Έχει στα χέρια του την εξουσία, που σαν μπαλάκι τού πετούν οι γονείς του, και αυτή η εξουσία το θέτει μόνο σε κίνδυνο».
Διαπαιδαγώγηση
ΠΗΓΗ: Ελευθεροτυπία (19.09.2010) / Αθηνά Γκόρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου