10 Ιουλ 2021

Η αποστολή του σχολείου και οι ρόλοι των εκπαιδευτικών

Του Δημήτρη Μπουραντά
Πρύτανης του New York College

Είναι αναμφισβήτητο και κοινώς αποδεκτό ότι η παιδεία και οι φορείς όλων των βαθμίδων αυτής αποτελούν τη βασική κινητήριο δύναμη της προόδου και της κοινωνικής ευημερίας. Η αποστολή τους δεν περιορίζεται μόνο στην απόκτηση γνώσεων και επαγγελματικών δεξιοτήτων από τους εκπαιδευόμενους. Ταυτόχρονα, συνίσταται στην ανάπτυξη των αξιών και της κοινωνικής κουλτούρας που απαιτούν η κοινωνική συνοχή και ευημερία, καθώς και των γενικών αρετών και ικανοτήτων που είναι απαραίτητες για την προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική ζωή ανεξαρτήτως της επαγγελματικής εξειδίκευσης.

Για παράδειγμα, οι αξίες της ακεραιότητας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της κοινωνικής ευθύνης, της φροντίδας της φύσης, του σεβασμού των βασικών δικαιωμάτων και της διαφορετικότητας των άλλων αποτελούν θεμελιώδη στοιχεία της κοινωνικής κουλτούρας που στηρίζουν την κοινωνική συνοχή και ευημερία.

Επίσης, αρετές και θεμελιώδεις ικανότητες όπως η αυτογνωσία, η αυτοκυριαρχία, η αυτοπεποίθηση, η πρόδραση, η δημιουργική σκέψη και η ορθή κρίση, η επικοινωνία, η συναισθηματική νοημοσύνη, η συνεργασία, η ανθεκτικότητα, η εστίαση σε στόχους και ο σχεδιασμός είναι απαραίτητα για την επιτυχημένη προσωπική και επαγγελματική ζωή όλων των ανθρώπων.

Όλες αυτές οι αξίες, οι αρετές και οι θεμελιώδεις ικανότητες δεν είναι έμφυτες, αλλά διαρκώς αναπτύσσονται από το κοινωνικό περιβάλλον και κυρίως μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Συνεπώς, τα σχολεία όλων των βαθμίδων έχουν ως αποστολή και ευθύνη, πέραν των γνώσεων, την ανάπτυξη αυτών.

Ασφαλώς, το κατάλληλο περιεχόμενο των προγραμμάτων και οι αποτελεσματικές μέθοδοι εκπαίδευσης και μάθησης είναι απαραίτητα για την επίτευξη των στόχων του σχολείου που απορρέουν από την προηγούμενη αποστολή. Ο πιο κρίσιμος παράγοντας όμως είναι οι εκπαιδευτικοί ή —καλύτερα— οι δάσκαλοι όλων των βαθμίδων. Η αποστολή ή λόγος ύπαρξης, άρα και η ευθύνη του δασκάλου, δεν είναι μόνο η μετάδοση γνώσεων αλλά και η ουσιαστική μάθηση των εκπαιδευομένων με την έννοια της ανάπτυξης του τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς σε όλους τους τομείς της ζωής. Είναι η ανάπτυξη των αξιών, των αρετών και των θεμελιωδών ικανοτήτων που προαναφέρθηκαν.

Από αυτή την αποστολή απορρέουν τρεις θεμελιώδεις ρόλοι όλων των δασκάλων, ανεξαρτήτως του γνωστικού πεδίου του μαθήματος που διδάσκουν και της βαθμίδας του σχολείου τους.

Πρώτος ρόλος είναι αυτός του εκπαιδευτή. Αυτό σημαίνει ότι έχουν την ευθύνη της αποτελεσματικής απόκτησης και κατανόησης της γνώσης από τους εκπαιδευομένους και των τρόπων εφαρμογής της στην πράξη, διότι διαφορετικά είναι άχρηστη. Ιδιαίτερα χρειάζεται να τονισθεί εδώ ότι η απομνημόνευση και η κατανόηση πληθώρας γνώσεων μέσω των διαλέξεων και του διαβάσματος δεν είναι αποτελεσματικοί μέθοδοι μάθησης. Συνεπώς, η εστίαση του εκπαιδευτικού έργου του δασκάλου πρέπει να είναι στα πλέον ουσιώδη και χρήσιμα και κυρίως να μαθαίνει τους μαθητές του πώς να μαθαίνουν. Σημαντική είναι επίσης η χρήση εργαστηριακών και βιωματικών μεθόδων μάθησης για την κατανόηση και την εφαρμογή της γνώσης.

Δεύτερος ρόλος του δασκάλου είναι αυτός του ηγέτη. Ηγέτης είναι αυτός που ασκεί επιρροή (όχι εξουσία) στους άλλους και τους κάνει να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό για εξαιρετικές επιδόσεις. Με αυτή την έννοια, ο δάσκαλος ως ηγέτης εμπνέει, περνά όραμα, κινητοποιεί και οδηγεί τους μαθητές σε ένα καλύτερο μέλλον. Κερδίζει την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό τους. Μιλά στο μυαλό, στην ψυχή και στην καρδιά τους και τους πείθει μέσω του ήθους, του πάθους και του λόγου.

Τρίτος ρόλος του δασκάλου είναι αυτός του συμβούλου (coach). Οι μαθητές όλων των βαθμίδων έχουν να αντιμετωπίσουν ζητήματα προσωπικής και επαγγελματικής φύσης κάνοντας επιλογές. Σε αυτό έχουν την ανάγκη της εμπειρίας και των ιδεών των μεγαλυτέρων και κυρίως των δασκάλων τους. Επίσης, ο συμβουλευτικός ρόλος του δασκάλου κυρίως στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση αφορά και τους γονείς των μαθητών, που ασκούν σημαντική επιρροή στα παιδιά τους.

Παρότι στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας υπάρχουν αρκετοί δάσκαλοι που ανταποκρίνονται με επιτυχία σε αυτούς τους τρεις βασικούς τους ρόλους, θεωρώ από την εμπειρία μου και όχι από σχετική έρευνα ότι η μεγάλη πλειοψηφία υστερεί. Βεβαίως, ο καθένας έχει προσωπική ευθύνη γι’ αυτό, αλλά η κύρια αιτία είναι το έλλειμμα των πολιτικών της Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού και κυρίως των συστημάτων αξιολόγησης, συνεχούς επιμόρφωσης, αναγνώρισης και επιβράβευσης των εκπαιδευτικών. Άλλη αιτία είναι το έλλειμμα αποτελεσματικού μάνατζμεντ και ηγεσίας από όσους έχουν την ευθύνη της διοίκησης των σχολικών μονάδων.

Η εξάλειψη αυτού του ελλείμματος είναι ευθύνη όλων μας και κυρίως αυτών που διαθέτουν τη σχετική εξουσία. Αν πράγματι πιστεύουμε ότι η παιδεία αποτελεί βασικό μοχλό της ατομικής και κοινωνικής ευημερίας, τότε δεν έχουμε παρά να μάθουμε από τις καλές πρακτικές άλλων χωρών αλλά και από τη γνώση που διαθέτουμε στη χώρα μας. Να διαμορφώσουμε και να υποστηρίξουμε την υλοποίηση αλλαγών που θα μας βγάλουν από τη ζώνη άνεσης στην κατεστημένη κατάσταση και θα μας οδηγήσουν σε ένα καλύτερο μέλλον για μας και τα παιδιά μας.

Εκπαίδευση

9 Ιουλ 2021

Οι θέσεις της ΕΛΨΕ για τη συνεπιμέλεια

Της Μαριέττας Παπαδάτου-Παστού
Επίκουρη καθηγήτρια Νευροψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, τέως γενική γραμματέας της Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας

Η Ελληνική Ψυχολογική Εταιρεία (ΕΛΨΕ) προσκλήθηκε στις 12 Μαΐου 2021 στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης και της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για να εκθέσει τις απόψεις της σχετικά με το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης «Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου». Αποδεχθήκαμε με προθυμία την πρόσκληση, διότι, αν και πρόκειται για ένα ζήτημα νομικό, απαιτείται η συνδρομή της επιστήμης της ψυχολογίας, η οποία και μπορεί να καταδείξει ποιο είναι το συμφέρον των παιδιών.

Η Εταιρεία μας είναι η ακαδημαϊκή εταιρεία των Ελλήνων ερευνητών της επιστήμης της ψυχολογίας και τα μέλη της είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, σε μεγάλο ποσοστό μέλη ΔΕΠ σε πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού. Κατά συνέπεια, τα μέλη της εταιρείας ασχολούνται όχι μόνο με την εφαρμογή της ψυχολογικής γνώσης, αλλά και με την ίδια την παραγωγή της γνώσης. Γνωρίζουμε, λοιπόν, πολύ καλά τη διαδικασία της ψυχολογικής έρευνας, αλλά και είμαστε σε θέση να αξιολογήσουμε την ποιότητα των επιστημονικών ευρημάτων.

Η τοποθέτησή μας κινήθηκε σε τέσσερις βασικούς άξονες:

1. Είναι καλύτερο για τα παιδιά να ζουν πρωτίστως ή αποκλειστικά με τον ένα γονέα;

Πλήθος επιστημονικών ευρημάτων και μετα-αναλύσεων συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι —με εξαίρεση τις περιπτώσεις στις οποίες τα παιδιά χρειάζονταν προστασία από έναν κακοποιητικό ή αμελή γονέα (και αυτό συμβαίνει ακόμη και προτού χωρίσουν οι γονείς τους)— τα παιδιά που μετά τον χωρισμό των γονιών τους μεγαλώνουν σε οικογένειες στις οποίες ακολουθείται η πρακτική της συνεπιμέλειας εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις σε μια σειρά από δείκτες σε σύγκριση με παιδιά που μεγαλώνουν με αποκλειστική επιμέλεια από τον ένα γονέα.

Συγκεκριμένα, εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα κατάθλιψης, άγχους και γενικότερα ψυχικής δυσφορίας, χαμηλότερη επιθετικότητα και προβλήματα συμπεριφοράς, μειωμένη χρήση αλκοόλ και ουσιών, καλύτερη σχολική πρόοδο και καλύτερη γνωστική ανάπτυξη, καλύτερη σωματική υγεία, χαμηλότερα ποσοστά καπνίσματος και καλύτερες σχέσεις με πατέρες, μητέρες, γιαγιάδες και παππούδες.

Οι έρευνες από τις οποίες προέκυψαν τα συμπεράσματα αυτά όρισαν ως συνεπιμέλεια τη συνθήκη κατά την οποία το παιδί μετά τον χωρισμό των γονιών του περνάει με τον κάθε γονέα όχι λιγότερο από 35% του χρόνου του. Αυτό το ποσοστό πιστεύουμε ότι πρέπει να ορίζει ο νόμος ως ελάχιστο χρονικό όριο με τον κάθε γονέα. Ιδανικά, υποστηρίζουμε 50% του χρόνου του παιδιού με τον κάθε γονέα, με διανυκτερεύσεις και εναλλασσόμενη κατοικία.


2. Έχει οφέλη η εναλλασσόμενη κατοικία;

Ακούγονται φωνές στον δημόσιο διάλογο που υποστηρίζουν ότι η εναλλασσόμενη κατοικία καθιστά το παιδί «μπαλάκι» και του δημιουργεί συνθήκες αστάθειας. Όμως, η σταθερότητα που τόσο χρειάζεται ένα παιδί έγκειται κατά βάση στη σταθερότητα των σχέσεων, στη σταθερή επαφή και με τους δύο γονείς και στη συστηματική συμμετοχή τους στην καθημερινότητά του. Αυτό που έχει σημασία είναι η «ψυχική κατοικία» του παιδιού και εκεί διαμένουν και οι δύο γονείς του.

3. Από ποια ηλικία μπορεί να εφαρμοστεί η συνεπιμέλεια;

Μια προσεκτική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας δείχνει ότι τα βρέφη κατά γενικό κανόνα αναπτύσσουν σχέσεις προσκόλλησης με παραπάνω από έναν τροφό και από τα δύο φύλα. H έκθεση-σταθμός του Warshak «Social science and parenting plans for young children: A consensus report» —που δημοσιεύθηκε το 2014 υπό την έγκριση της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας και την προσυπογράφουν 110 εξέχοντες διεθνείς επιστήμονες της κλινικής και αναπτυξιακής ψυχολογίας, παιδοψυχιατρικής, ψυχιατρικής, κοινωνιολογίας, εκπαίδευσης και συμβουλευτικής— αναφέρει ότι προκειμένου να αναπτυχθεί υγιής σχέση γονέα-παιδιού, η κοινή ανατροφή θα πρέπει να είναι ο κανόνας για τα παιδιά όλων των ηλικιών, περιλαμβανομένων και των πολύ μικρών παιδιών (βρεφών και νηπίων).

4. Κατά πόσο είναι ωφέλιμη η συνεπιμέλεια όταν οι γονείς έχουν έντονες, συνεχιζόμενες συγκρούσεις;

Μετα-ανάλυση 33 μελετών από τον Bauserman το 2012 έδειξε ότι ακόμη και όταν συνυπολογίζεται το επίπεδο της γονικής σύγκρουσης, τα παιδιά για τα οποία εφαρμόζεται συνεπιμέλεια έχουν καλύτερα αποτελέσματα σε πολλούς δείκτες ευεξίας. Οι αρνητικές επιπτώσεις της γονεϊκής σύγκρουσης φάνηκε ότι πιθανώς είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ένας από τους δύο γονείς χάνει την επαφή με τα παιδιά του σε καταστάσεις υψηλών γονεϊκών συγκρούσεων.

Αντί να αποδεχθούμε, λοιπόν, ότι η υψηλή σύγκρουση είναι αναπόφευκτη σε οικογένειες που δε ζουν πια μαζί, στόχος μας πρέπει να είναι η μείωση της σύγκρουσης. Έχουν άλλωστε αναπτυχθεί εξειδικευμένες παρεμβάσεις για να βοηθήσουν τους γονείς να μειώσουν τις συγκρούσεις, συμπεριλαμβανομένων της συμβουλευτικής διαμεσολάβησης και των προγραμμάτων εκπαίδευσης γονέων. Σύμφωνα με τη διεθνή έρευνα, όταν το θεσμικό πλαίσιο υποχρεώνει τους γονείς σε διαβούλευση και εύρεση λύσεων —ειδικά όταν υπάρχουν σοβαρές διαφωνίες και συγκρούσεις— αποφεύγεται το επιπλέον ψυχικό και οικονομικό κόστος των συνεχιζόμενων προσφυγών στα δικαστήρια.

Συμπερασματικά, η θέση της Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας είναι ότι η συνεπιμέλεια είναι προς το συμφέρον των δύο γονέων, αλλά πρωτίστως προς το συμφέρον των παιδιών.

Διαζύγιο
ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή (27.05.2021)
ΕΙΚΟΝΑ: rheumatism.org.cy

Aνελκυστήρας και βαρίδια

Από την Καθημερινή
Κύριο άρθρο

Ο ανελκυστήρας της κοινωνικής ανέλιξης στη μεταπολεμική Ελλάδα ήταν η δημόσια εκπαίδευση. Θα ανακτήσει αυτόν τον ρόλο, εάν ανοίξει προς τη νέα γνώση· εάν υπόκειται σε αξιολόγηση· εάν αναβιώσουν εντός της τα κύτταρα αριστείας, που θα λειτουργούν ως υποδείγματα για τα υπόλοιπα σχολεία.

Όσοι επιχειρούν να σαμποτάρουν το δύσκολο εγχείρημα της αναβάθμισης του δημόσιου σχολείου εκτίθενται στα μάτια της κοινής γνώμης. Εκτίθενται ως συντεχνιακή οπισθοφυλακή, που διεκδικεί την ακινησία εις βάρος των παιδιών εκείνων που δεν μπορούν να αγοράσουν καλύτερες υπηρεσίες εκπαίδευσης.

Εκπαίδευση

▼ Διαβάστηκαν περισσότερο την τελευταία εβδομάδα