9 Ιουλ 2021

Οι θέσεις της ΕΛΨΕ για τη συνεπιμέλεια

Της Μαριέττας Παπαδάτου-Παστού
Επίκουρη καθηγήτρια Νευροψυχολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, τέως γενική γραμματέας της Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας

Η Ελληνική Ψυχολογική Εταιρεία (ΕΛΨΕ) προσκλήθηκε στις 12 Μαΐου 2021 στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης και της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για να εκθέσει τις απόψεις της σχετικά με το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης «Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου». Αποδεχθήκαμε με προθυμία την πρόσκληση, διότι, αν και πρόκειται για ένα ζήτημα νομικό, απαιτείται η συνδρομή της επιστήμης της ψυχολογίας, η οποία και μπορεί να καταδείξει ποιο είναι το συμφέρον των παιδιών.

Η Εταιρεία μας είναι η ακαδημαϊκή εταιρεία των Ελλήνων ερευνητών της επιστήμης της ψυχολογίας και τα μέλη της είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος, σε μεγάλο ποσοστό μέλη ΔΕΠ σε πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού. Κατά συνέπεια, τα μέλη της εταιρείας ασχολούνται όχι μόνο με την εφαρμογή της ψυχολογικής γνώσης, αλλά και με την ίδια την παραγωγή της γνώσης. Γνωρίζουμε, λοιπόν, πολύ καλά τη διαδικασία της ψυχολογικής έρευνας, αλλά και είμαστε σε θέση να αξιολογήσουμε την ποιότητα των επιστημονικών ευρημάτων.

Η τοποθέτησή μας κινήθηκε σε τέσσερις βασικούς άξονες:

1. Είναι καλύτερο για τα παιδιά να ζουν πρωτίστως ή αποκλειστικά με τον ένα γονέα;

Πλήθος επιστημονικών ευρημάτων και μετα-αναλύσεων συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι —με εξαίρεση τις περιπτώσεις στις οποίες τα παιδιά χρειάζονταν προστασία από έναν κακοποιητικό ή αμελή γονέα (και αυτό συμβαίνει ακόμη και προτού χωρίσουν οι γονείς τους)— τα παιδιά που μετά τον χωρισμό των γονιών τους μεγαλώνουν σε οικογένειες στις οποίες ακολουθείται η πρακτική της συνεπιμέλειας εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις σε μια σειρά από δείκτες σε σύγκριση με παιδιά που μεγαλώνουν με αποκλειστική επιμέλεια από τον ένα γονέα.

Συγκεκριμένα, εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα κατάθλιψης, άγχους και γενικότερα ψυχικής δυσφορίας, χαμηλότερη επιθετικότητα και προβλήματα συμπεριφοράς, μειωμένη χρήση αλκοόλ και ουσιών, καλύτερη σχολική πρόοδο και καλύτερη γνωστική ανάπτυξη, καλύτερη σωματική υγεία, χαμηλότερα ποσοστά καπνίσματος και καλύτερες σχέσεις με πατέρες, μητέρες, γιαγιάδες και παππούδες.

Οι έρευνες από τις οποίες προέκυψαν τα συμπεράσματα αυτά όρισαν ως συνεπιμέλεια τη συνθήκη κατά την οποία το παιδί μετά τον χωρισμό των γονιών του περνάει με τον κάθε γονέα όχι λιγότερο από 35% του χρόνου του. Αυτό το ποσοστό πιστεύουμε ότι πρέπει να ορίζει ο νόμος ως ελάχιστο χρονικό όριο με τον κάθε γονέα. Ιδανικά, υποστηρίζουμε 50% του χρόνου του παιδιού με τον κάθε γονέα, με διανυκτερεύσεις και εναλλασσόμενη κατοικία.


2. Έχει οφέλη η εναλλασσόμενη κατοικία;

Ακούγονται φωνές στον δημόσιο διάλογο που υποστηρίζουν ότι η εναλλασσόμενη κατοικία καθιστά το παιδί «μπαλάκι» και του δημιουργεί συνθήκες αστάθειας. Όμως, η σταθερότητα που τόσο χρειάζεται ένα παιδί έγκειται κατά βάση στη σταθερότητα των σχέσεων, στη σταθερή επαφή και με τους δύο γονείς και στη συστηματική συμμετοχή τους στην καθημερινότητά του. Αυτό που έχει σημασία είναι η «ψυχική κατοικία» του παιδιού και εκεί διαμένουν και οι δύο γονείς του.

3. Από ποια ηλικία μπορεί να εφαρμοστεί η συνεπιμέλεια;

Μια προσεκτική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας δείχνει ότι τα βρέφη κατά γενικό κανόνα αναπτύσσουν σχέσεις προσκόλλησης με παραπάνω από έναν τροφό και από τα δύο φύλα. H έκθεση-σταθμός του Warshak «Social science and parenting plans for young children: A consensus report» —που δημοσιεύθηκε το 2014 υπό την έγκριση της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας και την προσυπογράφουν 110 εξέχοντες διεθνείς επιστήμονες της κλινικής και αναπτυξιακής ψυχολογίας, παιδοψυχιατρικής, ψυχιατρικής, κοινωνιολογίας, εκπαίδευσης και συμβουλευτικής— αναφέρει ότι προκειμένου να αναπτυχθεί υγιής σχέση γονέα-παιδιού, η κοινή ανατροφή θα πρέπει να είναι ο κανόνας για τα παιδιά όλων των ηλικιών, περιλαμβανομένων και των πολύ μικρών παιδιών (βρεφών και νηπίων).

4. Κατά πόσο είναι ωφέλιμη η συνεπιμέλεια όταν οι γονείς έχουν έντονες, συνεχιζόμενες συγκρούσεις;

Μετα-ανάλυση 33 μελετών από τον Bauserman το 2012 έδειξε ότι ακόμη και όταν συνυπολογίζεται το επίπεδο της γονικής σύγκρουσης, τα παιδιά για τα οποία εφαρμόζεται συνεπιμέλεια έχουν καλύτερα αποτελέσματα σε πολλούς δείκτες ευεξίας. Οι αρνητικές επιπτώσεις της γονεϊκής σύγκρουσης φάνηκε ότι πιθανώς είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ένας από τους δύο γονείς χάνει την επαφή με τα παιδιά του σε καταστάσεις υψηλών γονεϊκών συγκρούσεων.

Αντί να αποδεχθούμε, λοιπόν, ότι η υψηλή σύγκρουση είναι αναπόφευκτη σε οικογένειες που δε ζουν πια μαζί, στόχος μας πρέπει να είναι η μείωση της σύγκρουσης. Έχουν άλλωστε αναπτυχθεί εξειδικευμένες παρεμβάσεις για να βοηθήσουν τους γονείς να μειώσουν τις συγκρούσεις, συμπεριλαμβανομένων της συμβουλευτικής διαμεσολάβησης και των προγραμμάτων εκπαίδευσης γονέων. Σύμφωνα με τη διεθνή έρευνα, όταν το θεσμικό πλαίσιο υποχρεώνει τους γονείς σε διαβούλευση και εύρεση λύσεων —ειδικά όταν υπάρχουν σοβαρές διαφωνίες και συγκρούσεις— αποφεύγεται το επιπλέον ψυχικό και οικονομικό κόστος των συνεχιζόμενων προσφυγών στα δικαστήρια.

Συμπερασματικά, η θέση της Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας είναι ότι η συνεπιμέλεια είναι προς το συμφέρον των δύο γονέων, αλλά πρωτίστως προς το συμφέρον των παιδιών.

Διαζύγιο
ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή (27.05.2021)
ΕΙΚΟΝΑ: rheumatism.org.cy

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Διαβάστηκαν περισσότερο την τελευταία εβδομάδα: