Της Μαριαλένας Σπυροπούλου
Ψυχολόγος, ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεύτρια
«Πώς να μιλήσω στο παιδί μου για τον θάνατο του παππού του;», «Πώς να του πω για τον πατέρα του που έφυγε από το σπίτι;», «Τώρα στην εφηβεία δε θέλει να μου μιλήσει, γιατί;», «Γιατί μένει κλεισμένο στο σπίτι, τι σκέφτεται;», «Πώς να τον κατευθύνω ως προς τη σχολή που θα επιλέξει;». Αυτές είναι μόνο μερικές από τις ερωτήσεις που δέχομαι από γονείς καθημερινά. Συναντώ γονείς αγχωμένους, ανήσυχους, με αγωνία για απλά αλλά και πιο σύνθετα πράγματα. Η διαπαιδαγώγηση είναι για αυτούς μια ιστορία συμβουλών. Θέλουν να πάρουν συμβουλές για το πώς θα αναθρέψουν τα παιδιά τους, θέλουν να δώσουν συμβουλές στα παιδιά τους. Μερικές φορές είναι πολύ φυσιολογικό να θέλουν μια κατεύθυνση, έναν άνθρωπο που κάπως ξέρει να τους πει κάτι ή να πει κάτι στα παιδιά τους. Κάποιες φορές, όμως, δεν μπορώ να δώσω συμβουλές, γιατί νιώθω ότι οι γονείς ρωτάνε τα λάθος πράγματα. Και τότε καμιά συμβουλή δε θα τους ικανοποιήσει.
Πολύ συχνά θέτω σε αμφισβήτηση την ικανότητα να γνωρίζουμε τα παιδιά μας:
Αν τα έχουμε παρατηρήσει σε όλες τις φάσεις τους, αν έχουμε περάσει ποιοτικό και ποσοτικό χρόνο μαζί τους, αν τους έχουμε μάθει να συζητούν και, τέλος, αν παρατηρούμε τον εαυτό μας σε αλληλεπίδραση με εκείνα.
Αν αντέχουμε το παιδί μας να είναι την ίδια στιγμή ο πιο δικός μας άνθρωπος και ένας ξένος· και να ισορροπούμε ανάμεσα σε αυτήν τη σιωπηλή σύμβαση.
Αν, ακόμη, κινούμαστε παράλληλα με αυτό, αφουγκραζόμαστε τις αγωνίες του, το στηρίζουμε, του ανοίγουμε δρόμους αλλά, κυρίως, αν στεκόμαστε πίσω από αυτό ή δίπλα και όχι μπροστά —όχι πριν από αυτό για αυτό.
Πόσο γνωρίζουμε τα παιδιά μας; Τι είναι αυτό που μας κάνει να στεκόμαστε αμήχανοι απέναντι στις αγωνίες και τις επιθυμίες τους; Γιατί προσπαθούμε, συνειδητά ή ασυνείδητα, να προλάβουμε τις κρίσεις ή να καλύψουμε τις ανάγκες τους; Πού βρίσκεται το όριο ανάμεσα στο παιδί της κοιλιάς μας και στο παιδί της καρδιάς μας; Γιατί προσπαθούμε να τα κατευθύνουμε, να τους δώσουμε τη δική μας φαντασίωση για αυτό που λέγεται ζωή; Και, τέλος, γιατί ξεχάσαμε τόσο πολύ πώς ήμασταν εμείς παιδιά;
Λίγοι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι το να γίνεις γονιός προϋποθέτει μια σπουδή του εαυτού —όχι του εαυτού του παιδιού μας, αλλά του παιδικού εαυτού μας. Κάθε φορά που ρωτάμε κάτι για το παιδί μας πρέπει να αναρωτιόμαστε εάν το ρωτάμε για εμάς ή για εκείνο. Τα παιδιά μας πρέπει να παραμείνουν σε έναν βαθμό ολίγον άγνωστα για εμάς. Αλλά δε δικαιούμαστε να παραμείνουμε εμείς άγνωστοι με τον εαυτό μας μέχρι το τέλος της ζωής μας.
Διαπαιδαγώγηση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου