21 Αυγ 2011

Η τιμωρία έχει τους κανόνες της

Η τιμωρία είναι ίσως απαραίτητη κάποιες φορές και πιθανόν να λειτουργεί ως τρόπος διαπαιδαγώγησης και κοινωνικοποίησης. Βέβαια, για να επιφέρει θετικά αποτελέσματα χωρίς να διατρέξουν τα παιδιά τον παραμικρό κίνδυνο (σωματικό και ψυχικό), πρέπει να τηρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.



Ας δούμε τι λένε τρεις ειδικοί:

Η νηπιαγωγός

Η κ. Αθηνά Συρίγου έρχεται σε επαφή με παιδιά και βλέπει τα λάθη και τις σκανδαλιές τους καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, αφού είναι νηπιαγωγός και μητέρα τριών κοριτσιών. «Η εμπειρία μου και στο σχολείο αλλά και στο σπίτι μού έχει διδάξει ότι ο μόνος τρόπος για να μάθουν τι είναι σωστό και τι λάθος είναι ο διάλογος και η ερώτηση “αν ήσουν μαμά στη θέση μου, τι θα έκανες;”» αναφέρει.

«Μπορεί να μην πιάσει με την πρώτη, αλλά και οι τρεις κόρες μου, από τη μεγάλη που τώρα μπαίνει στην εφηβεία μέχρι τη μικρή που είναι σχεδόν τριών χρόνων, πάντα έρχονται την επόμενη μέρα και μου λένε “μαμά, το σκέφτηκα, έχεις δίκιο” και από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα όντως προσπαθούν να μην επαναλάβουν το λάθος», εξηγεί.

Το έσχατο μέσο για να τιμωρήσει τόσο τα δικά της παιδιά όσο και τους μαθητές της για κάποια σκανδαλιά —το οποίο ευτυχώς, όπως λέει, σπάνια αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει— είναι η στέρηση κάποιου προνομίου ή δραστηριότητας που αγαπούν. «Τίποτα περισσότερο και πάντα όταν καταλάβω ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να καταφέρω κάτι με τη συζήτηση», σημειώνει η κ. Συρίγου.

Η ψυχολόγος

«Η σωματική τιμωρία είναι απαράδεκτη και οι φωνές είναι μια αυταρχική συμπεριφορά, η οποία μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες για την εξέλιξη του παιδιού. Ειδικά στην εφηβεία πιθανόν να προκαλέσει ένα μεγάλο ξέσπασμα», υποστηρίζει η ψυχολόγος κ. Μαριέττα Ρήγα-Πεπελάση. «Οι γονείς οφείλουν να αποφεύγουν την επίδειξη δύναμης και τον ανταγωνισμό. Για παράδειγμα, φωνές και φράσεις όπως “δε θα σου περάσει εσένα” είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν το παιδί να διεκδικεί με άσχημο τρόπο και να απομακρυνθεί».

Όπως υπογραμμίζει η ψυχολόγος, «από τότε που αρχίζει να μιλά το παιδί πρέπει να μαθαίνει τις φυσικές και λογικές συνέπειες των πράξεών του· αυτή είναι η “τιμωρία” που προτείνουν οι ειδικοί για την αντιμετώπιση των παιδικών λαθών».

«Οι γονείς οφείλουν πλέον να αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους ως μικρούς ενηλίκους», αναφέρει η κ. Ρήγα-Πεπελάση. Παρ’ ότι ακούγεται δύσκολο, μιας και τα παιδιά πιθανόν να αρχίσουν να κλαίνε, να επιμένουν ή να φωνάζουν όταν διεκδικούν κάτι, επισημαίνει ότι «το μυστικό είναι οι γονείς να παραμένουν σταθεροί στις απόψεις τους και στο ηχόχρωμα της φωνής τους. Για παράδειγμα, αν θέλουν να τους μάθουν να μην κάνουν φασαρία τις ώρες κοινής ησυχίας, δεν πρέπει να παρεκκλίνουν από αυτή την απόφαση καμία ημέρα της εβδομάδας».

Η οικογενειακή σύμβουλος

Για την οικογενειακή σύμβουλο κ. Έφη Σαρηγιαννίδου η τιμωρία μπορεί να εκλαμβάνεται ως ευκαιρία διαπαιδαγώγησης και κοινωνικοποίησης. «Οφείλω ως γονιός να διδάξω το παιδί μου να σέβεται τους κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, να σέβεται τη ζωή, την περιουσία, την ακεραιότητα των υπόλοιπων ανθρώπων, αν θέλω να ενταχθεί ομαλά στο σύνολο».

Επισημαίνει, ωστόσο, πως πάντα οι γονείς, πριν αποφασίσουν την τιμωρία, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη αν είναι η πρώτη φορά που κάνει κάτι λάθος το παιδί, αν οι σκανδαλιές του είναι επαναλαμβανόμενες και, βέβαια, την ηλικία του.

Αν και οι περισσότεροι γονείς κατανοούν πλέον ότι η χρήση σωματικής βίας δεν ενδείκνυται ως μέθοδος τιμωρίας και θεωρείται παρωχημένος τρόπος στην ανατροφή των παιδιών, κάποιοι συνεχίζουν να κάνουν σημαντικά λάθη. «Το κυριότερο είναι η φράση “αν το ξανακάνεις δε θα σε αγαπώ πια” ή “είσαι κακό παιδί”. Σε καμία των περιπτώσεων το παιδί δεν πρέπει να νιώσει ότι η τιμωρία το αφορά ως άνθρωπο. Αυτό θα το σημαδέψει και το αποτέλεσμα θα είναι να εξελιχθεί σε έναν προβληματικό ενήλικο που θα νιώθει συνεχώς την απόρριψη. Είναι απαραίτητο να καθίσταται σαφές στα παιδιά κάθε ηλικίας ότι η τιμωρία αφορά μια συγκεκριμένη πράξη», εξηγεί η οικογενειακή σύμβουλος.

Ένα ακόμη από τα μυστικά, προκειμένου η τιμωρία να επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, είναι οι γονείς να κάνουν τα παιδιά να νιώθουν τύψεις όποτε η συμπεριφορά τους δεν είναι η αναμενόμενη. Για να λειτουργήσει βέβαια θετικά αυτό το τρικ, πρέπει οπωσδήποτε —όπως υποστηρίζει η κ. Σαρηγιαννίδου— «οι γονείς να προκαλούν “ενοχές” στα μικρά παιδιά με την έννοια της συνέπειας και όχι της ενοχοποίησης».

Όπως σημειώνει, «τα παιδιά δε θέλουν να στενοχωρούν τους γονείς τους γιατί τους αγαπούν υπερβολικά. Ακριβώς γι’ αυτό, όταν κάνουν κάποιο λάθος, καλό είναι οι γονείς να τους δείχνουν πως η πράξη αυτή τους στενοχωρεί είτε με σιωπηρή στάση (που εκφράζει λύπη) είτε με τη φράση “αυτό που έκανες με στενοχώρησε πολύ”. Θα είναι πολύ πιο αποτελεσματικό, γιατί ακόμη κι αν δε συμμορφωθούν εκείνη τη στιγμή, σίγουρα θα καθίσουν μετά να το σκεφτούν».

Πειθαρχία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Διαβάστηκαν περισσότερο την τελευταία εβδομάδα